Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Εσκουίντλα < Escuintla

  Μεταγραφή επεξεργασία

Εσκουίντλα θηλυκό

  1. διοικητικό διαμέρισμα, (νομός), της Γουατεμάλας
  2. πόλη της Γουατεμάλας, πρωτεύουσα του παραπάνω διαμερίσματος

  Μεταφράσεις επεξεργασία