Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (en)



Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (it) θηλυκό



Καταλανικά (ca) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (ca)



Ολλανδικά (nl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (nl)



Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈzɛbra/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (pl) θηλυκό



Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

zebra < άγνωστης ετυμολογίας ίσως από την λατινική equiferus ("άγριο άλογο")[1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (en)

Αλλόγλωσσα παράγωγα επεξεργασία



Σουηδικά (sv) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

zebra (sv)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.