visite
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- visite < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
visite | visites |
visite (fr) θηλυκό
- η επίσκεψη
ενικός | πληθυντικός |
visite | visites |
visite (fr) θηλυκό