troll
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
troll | trolls |
Ουσιαστικό επεξεργασία
troll (en)
- (λαογραφία, διαδικτυακή αργκό) το τρολ
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
troll | trolls |
Ουσιαστικό επεξεργασία
troll (fr) αρσενικό
- (λαογραφία, διαδικτυακή αργκό) το τρολ