Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

toggle switch < → δείτε τις λέξεις toggle και switch

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
toggle switch toggle switches

toggle switch (en)