sympathique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /sɛ̃.pa.tik/
- ⓘ
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
sympathique | sympathiques |
sympathique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
sympathique | sympathiques |
sympathique (fr) αρσενικό ή θηλυκό