supersensualism
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
supersensualism (en) (μόνο ενικός)
υπεραισθητισμός, υπεραισθητικαλισμός, υπεραισθησία:
- η υπεραισθησιοκρατία, η υπεραισθησιαρχία, υπερβολικός αισθητισμός/αισθητικαλισμός/sensualism, υπερβολική έμφαση στην αξία των αισθήσεων
- (βίωμα ως) αίσθηση πέραν των ανθρώπινων/φυσιολογικών αισθήσεων
- θρησκεία, μαγεία, μυθοπλασία κι επίσης πίστη και βιώματα γύρω από αυτές τις έννοιες