Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

stark (en)

  1. δριμύς
  2. ακραίος (πχ. ακραίο παράδειγμα)
  3. σφοδρός (για καιρικά φαινόμενα)
  4. άκαμπτος
  5. σκληρός στην εμφάνιση
  6. απόλυτος, πλήρης
  7. μπρατσωμένος, δυνατός, ενεργητικός, δραστήριος, θαρραλέος, ηρωϊκός, ατσάλινος

  Επίρρημα επεξεργασία

stark (en)



Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 
 

  Επίθετο επεξεργασία

stark (de)

Αντώνυμα επεξεργασία

  1. schwach

Κλίση επεξεργασία