Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
spirale spirales

spirale (fr) θηλυκό

  1. το σπιράλ

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
spirale spirales

spirale (fr) θηλυκό

  1. θηλυκό του spiral