specialist
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
specialist (en)
- ειδικός, σπεσιαλίστας, εμπειρογνώμων
- ειδικευμένος γιατρός, ειδικός γιατρός
Ρουμανικά (ro) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
specialist (ro) αρσενικό
specialist (en)
specialist (ro) αρσενικό