Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
sheet sheets

  Ουσιαστικό επεξεργασία

sheet (en)

  1. το σεντόνι
  2. το φύλλο (χαρτιού ή άλλου υλικού)
  3. ...