routier
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | routier | routiers |
θηλυκό | routière | routières |
routier (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
routier | routiers |
routier (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | routier | routiers |
θηλυκό | routière | routières |
routier (fr)
ενικός | πληθυντικός |
routier | routiers |
routier (fr) αρσενικό