Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

romaji < (άμεσο δάνειο) ιαπωνική ローマ字 (rōmaji, ρωμαϊκά γράμματα) < ローマ (Ρώμη) + (γράμματα)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

romaji (en)