Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈɹɛdʒ.ɪs.tɚ/
  (ΗΠΑ)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
register registers

register (en)

  1. μητρώο
  2. βιβλίο, κατάλογος καταγραφών
  3. (υλικό υπολογιστή) ο καταχωρητής
    Ειδικοί καταχωρητές: instruction register, program counter, stack pointer

  Ρήμα επεξεργασία

ενεστώτας register
γ΄ ενικό ενεστώτα registers
αόριστος registered
παθητική μετοχή registered
ενεργητική μετοχή registering

register (en)

  1. (μεταβατικό) καταγράφω, καταχωρώ, γράφω με επίσημο τρόπο σε ειδικό κατάλογο
    I register an item in an accounting book.
    Καταγράφω ένα κονδύλι σε λογιστικό βιβλίο.
    Marriages are registered in books at the registry.
    Οι γάμοι καταχωρίζονται στα βιβλία του ληξιαρχείου.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη record
  2. (μεταβατικό) εγγράφω, εγγράφομαι
    I register my kids for school.
    Εγγράφω τα παιδιά μου σ’ένα σχολείο.
    I register for a class - εγγράφομαι σε μια τάξη
     συνώνυμα: enroll, sign up
  3. (μεταβατικό) γράφω, εγγράφω
    I register my name in the visitors’ book.
    Εγγράφομαι στο βιβλίο επισκεπτών.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη write
  4. (μεταβατικό) καταγράφω, σημειώνω τις τιμές κάποιων μεγεθών
    The thermometer registered temperatures below zero.
    Tο θερμόμετρο κατέγραψε θερμοκρασίες υπό το μηδέν.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη record

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 256, 421, 435. ISBN 9780194325684. , λήμμα: εγγράφω, καταγράφω, καταχωρίζω