recevabilité
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- recevabilité < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ʁə.sə.va.bi.li.te/
Ουσιαστικό επεξεργασία
recevabilité (fr) θηλυκό
- το παραδεκτό μιας δικαστικής πράξης
recevabilité (fr) θηλυκό