rat
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
rat (en)
- (θηλαστικό ζώο) ο αρουραίος
- (αργκό) ο χαφιές
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
rat | rats |
rat (fr) αρσενικό
Σερβικά (sr) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
rat (sr)
- λατινική γραφή του рат