Αγγλικά (en) επεξεργασία

Ετυμολογία επεξεργασία

randomly < random + -ly

  Επίρρημα επεξεργασία

randomly (en)

Συνώνυμα επεξεργασία

  • at random (εμπρόθετος προσδιορισμός)