Αγγλικά (en) επεξεργασία

 
Μεγέθυνση τμήματος της εικόνας του λογότυπου της Wikipedia που δείχνει πως είναι τα εικονοστοιχεία (pixel) που την απαρτίζουν

  Ετυμολογία επεξεργασία

pixel < pix (“pictures”) + element < picture element, πρώτη χρήση το 1965

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpɪksəl/ & /ˈpɪksɛl/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

pixel (en) (πληθυντικός pixels)

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • pixel στην αγγλική Βικιπαίδεια  
  • Pixels, εικόνες στα Wikimedia Commons

  Αναφορές επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 από αναζήτηση «pixel» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. Pixel. Προσπέλαση 2020-05-04