Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
pennon
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
pennon
<
penon
<
penne
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
pənɔ̃
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
pennon
pennons
pennon
(fr)
αρσενικό
μικρή μακρόστενη τριγωνική
σημαία
που έβαζαν οι
ιππότες
του
Μεσαίωνα
στην άκρη της
λόγχης
τους
(
εραλδική
)
και
penon
:
οικόσημο
χωρισμένο σε τέσσερα τέταρτα, όπου το καθένα δείχνει τις
συμμαχίες
ή τους βαθμούς της
γενεαλογικής
συγγένειας