pare-feu
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pare-feu | pare-feu |
pare-feu (fr) αρσενικό
- το αλεξίπυρο
- (πληροφορική) το τείχος προστασίας (firewall)
Επίθετο επεξεργασία
pare-feu (fr)