périnatalité
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
périnatalité | périnatalités |
Ουσιαστικό επεξεργασία
périnatalité (fr) θηλυκό
- (ιατρική) περιγεννητική περίοδος που περιλαμβάνει το τέλος της κύησης και τις πρώτες μέρες της ζωής
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη périnatal