orange
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
orange (en)
- (φρούτο) πορτοκάλι
- ↪ Do you want to eat some orange spoon sweet?
- Θέλεις να φας λίγο γλυκό του κουταλιού πορτοκάλι;
- ↪ Do you want to eat some orange spoon sweet?
Επίθετο επεξεργασία
orange (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
orange | oranges |
orange (fr) θηλυκό
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
orange | orange |
orange (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
orange (de)
Δανικά (da) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
orange (da)