Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

okazi < okaz- + -i

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα okazi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας okazas okazanta okazata
αόριστος okazis okazinta okazita
μέλλοντας okazos okazonta okazota
υποθετική okazus - -
προστακτική okazu - -

okazi (eo)