multinational
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
multinational < multi- + national
Ουσιαστικό επεξεργασία
multinational (en)
- πολυεθνικός, που αναφέρεται σε ή αποτελείται από πολλές διαφορετικές εθνότητες
Ουσιαστικό επεξεργασία
multinational (en)
- (οικονομία) η πολυεθνική εταιρεία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | multinational | multinationaux |
θηλυκό | multinationale | multinationales |
multinational (fr)