movimento
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | movimento | movimentoj |
αιτιατική | movimenton | movimentojn |
movimento (eo)
- η κίνηση
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- movimento < παράγωγο του muovere
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
movimento | movimenti |
movimento (it)