Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /miːn/
 

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

mean < (κληρονομημένο) μέση αγγλική mene < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική mǣne

  Επίθετο επεξεργασία

παραθετικά
θετικός mean
συγκριτικός meaner
υπερθετικός meanest

mean (en)

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

mean < (κληρονομημένο) μέση αγγλική meene < (άμεσο δάνειο) παλαιά γαλλική meien

  Επίθετο επεξεργασία

mean (en) (χωρίς παραθετικά)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
mean means

mean (en)

  1. ο μέσος όρος
    He is above/below the mean.
    Είναι πάνω/κάτω από τον μέσο όρο.
     συνώνυμα: → δείτε το ουσιαστικό average
  2. → και δείτε τη λέξη means

  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

mean < (κληρονομημένο) μέση αγγλική menen < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική mǣnan

  Ρήμα επεξεργασία

ενεστώτας mean
γ΄ ενικό ενεστώτα means
αόριστος meant
παθητική μετοχή meant
ενεργητική μετοχή meaning
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

mean (en)

  1. εννοώ, σημαίνω, για μια λέξη ή φράση, έχει κάτι ως νόημα στην ίδια ή σε άλλη γλώσσα
    What do these initials mean?
    Τι εννοούν αυτά τα αρχικά;
    What does this word mean?
    Τι σημαίνει αυτή η λέξη;
    The symbol X means an unknown quantity.
    Το σύμβολο X σημαίνει τον άγνωστο.
  2. σημαίνω, έχει κάποιο νόημα
    Can you explain to me what this emblem means?
    Μπορείς να μου εξηγήσεις τι σημαίνει αυτό το έμβλημα;
    His nod meant that he agreed.
    Το κούνημα του κεφαλιού του σήμαινε ότι συμφωνούσε.
  3. εννοώ, σημαίνω, σκοπεύω να πω κάτι σε μια συγκεκριμένη περίσταση
    What do you mean by this/by saying no?
    Τι εννοείς μ' αυτό/λέγοντας όχι;
    Which Peter do you mean?
    Ποιον Πέτρο εννοείς;
    I didn’t mean you.
    Δεν εννοούσα εσένα.
    What is this supposed to mean?
    Τι σημαίνει αυτό σε παρακαλώ;
  4. σημαίνω, σκοπεύω, εννοώ, έχει κάποιο σκοπό ή πρόθεση
    What can his silence mean?
    Τι να σημαίνει τάχα η σιωπή του;
    How long do you mean to stay?
    Πόσον καιρό σκοπεύεις να μείνεις;
    I mean to succeed this time.
    Εννοώ να πετύχω αυτή τη φορά.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη intend
  5. σημαίνω, έχει κάτι ως αποτέλεσμα ή ένα πιθανό αποτέλεσμα
    I am afraid this means war.
    Φοβάμαι ότι αυτό σημαίνει πόλεμο.
    That means doing overtime.
    Αυτό σημαίνει υπερωρίες.
    The arrival of swallows means that spring has come.
    Ο ερχομός των χελιδονιών σημαίνει πως έφτασε η άνοιξη.
  6. (χωρίς παθητική φωνή) σημαίνω, έχει αξία ή σημασία για κάποιον
    Your friendship/your opinion means a lot to me.
    Η φιλία σου/Η γνώμη σου σημαίνει πολλά για μένα.
  7. (συνήθως παθητική φωνή) επιδιώκω, σκοπεύω να είμαι ή να κάνω κάτι
    I was never meant to be in public office.
    Ποτέ μου δεν επιδίωξα δημόσια αξιώματα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη intend

Παράγωγα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία