maymun
Τουρκικά (tr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- maymun < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική میمون (meymûn, maymun) < αραβική مَيْمُون (maymūn)
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
maymun (tr)
Πηγές επεξεργασία
- maymun - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν