manager
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
manager | managers |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
manager (en)
- ο διευθυντής, ο διαχειριστής
Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία
- (πληροφορική) file manager, package manager
Πηγές επεξεργασία
- manager - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 233, 236. ISBN 9780194325684., λήμμα: διαχειριστής, διευθυντής
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
manager | managers |
manager (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ρήμα επεξεργασία
manager (fr)