mainframe
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
mainframe | mainframes |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
- (πληροφορική) μεγάλος πολύ ισχυρός υπολογιστής που χρησιμοποιείται από οργανισμούς και μεγάλες επιχειρήσεις
Δείτε επίσης επεξεργασία
- mainframe στην αγγλική Βικιπαίδεια