mađarski
Σερβοκροατικά (sh) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /mâd͡ʑarski/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ma‐đar‐ski
Επίθετο επεξεργασία
mađarski (sh) (κυριλλική γραφή: мађарски)
Ουσιαστικό επεξεργασία
mađarski (sh) (κυριλλική γραφή: мађарски) αρσενικό
Κλίση επεξεργασία
κλίση του mađarski
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | mađarski | - |
γενική | mađarskog | - |
δοτική | mađarskom | - |
αιτιατική | mađarski | - |
κλητική | mađarski | - |
τοπική | mađarskom | - |
οργανική | mađarskim | - |