Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

kuŝigi < kuŝ- + -ig- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα kuŝigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας kuŝigas kuŝiganta kuŝigata
αόριστος kuŝigis kuŝiginta kuŝigita
μέλλοντας kuŝigos kuŝigonta kuŝigota
υποθετική kuŝigus - -
προστακτική kuŝigu - -

kuŝigi (eo)