Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁn/
 

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
interne internes

interne (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
interne internes

interne (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. οικότροφος
  2. φοιτητής ιατρικής που έχει το δικαίωμα να ασκεί μέσα σε νοσοκομείο