Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

infidel (en)

  1. ο άπιστος (αυτός που δεν πιστεύει σε μια ορισμένη θρησκεία)
  2. ο άπιστος (αυτός που δεν πιστεύει σε καμιά θρησκεία)