Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.djɔ.ma.tik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
idiomatique idiomatiques

idiomatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό