Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας have
γ΄ ενικό ενεστώτα has
αόριστος had
παθητική μετοχή had
ενεργητική μετοχή having
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

  Ρήμα επεξεργασία

have (en)

  1. έχω
  2. παίρνω, τρώω, πίνω ή καπνίζω κάτι
    I have breakfast.
    Παίρνω πρωινό.
    -“What will you have?” -“I’ll have a cognac.”
    -«Τι θα πάρεις;» -«Θα πάρω ένα κονιάκ.»
  3. παίρνω, εκτελώ μια συγκεκριμένη ενέργεια
    Then I’ll have my bath and…
    Έπειτα παίρνω το μπάνιο μου και…
  4. βάζω, κάνω κάτι να γίνεται για μένα από κάποιον άλλο
    I had the house painted.
    Έβαλα να μου βάψουν το σπίτι.
    When did you have it cleaned?
    Πότε έβαλες και το καθαρίσαν;
  5. θέλω, λέω ή κανονίζω να κάνει κάποιος κάτι
    Would you have me agree under these conditions?
    Θα ήθελες να συμφωνήσω κάτω απ' αυτούς του όρους;
  6. (auxiliary verb, + παθητική μετοχή του ρήματος) φτιάχνει τον χρόνο ρήματος το present perfect (αντίστοιχο με τον ελληνικό παρακείμενο), δηλώνει κάτι που έχει γίνει στο παρελθόν, αλλά το αποτέλεσμα εξακολουθεί να υπάρχει στο παρόν
    I have found the child.
    Έχω βρει το παιδί.
    They have eaten all the food.
    Έχουν φάει όλο το φαγητό.
  7. (auxiliary verb, have to + απαρέμφατο του ρήματος) πρέπει να, οφείλω να
    → δείτε το ρήμα have to

Εκφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία