Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

font (en)

  1. (τυπογραφία) γραμματοσειρά
    δείτε επίσης: Font στην αγγλική Βικιπαίδεια
  2. (πληροφορική) γραμματοσειρά ή το αρχείο που περιέχει τον κώδικα για την απεικόνιση της γραμματοσειράς
    δείτε επίσης: Computer font στην αγγλική Βικιπαίδεια

Δείτε επίσης επεξεργασία