fabelo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fabelo | fabeloj |
αιτιατική | fabelon | fabelojn |
fabelo (eo)
- το παραμύθι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fabelo | fabeloj |
αιτιατική | fabelon | fabelojn |
fabelo (eo)