excentrique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɛk.sɑ̃.tʁik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
excentrique | excentriques |
excentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
excentrique | excentriques |
excentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό