exact
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | exact |
συγκριτικός | exacter / more exact |
υπερθετικός | exactest / most exact |
exact (en)
Παράγωγα επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
ενεστώτας | exact |
γ΄ ενικό ενεστώτα | exacts |
αόριστος | exacted |
παθητική μετοχή | exacted |
ενεργητική μετοχή | exacting |
exact (en)
Πηγές επεξεργασία
- exact - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 374. ISBN 9780194325684., λήμμα: θετικός
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | exact | exacts |
θηλυκό | exacte | exactes |
exact (fr)
Ρουμανικά (ro) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
exact (ro)
Επίρρημα επεξεργασία
exact (ro)