educational
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
educational (en)
- εκπαιδευτικός, που αναφέρεται ή ανήκει στην εκπαίδευση
- educational community
- εκπαιδευτικός, που αποσκοπεί στο να διδάξει κάτι
- an educational film
educational (en)