Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

dateur (fr)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
dateur dateurs

dateur (fr) αρσενικό

  1. που χρησιμεύει στην ανάδειξη της ημερομηνίας
  2. μηχανισμός του ρολογιού που εμφανίζει την ημερομηνία

Σύνθετα επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία