dénigrement
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
dénigrement | dénigrements |
Ουσιαστικό επεξεργασία
dénigrement (fr) αρσενικό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη dénigrer
ενικός | πληθυντικός |
dénigrement | dénigrements |
dénigrement (fr) αρσενικό