czytanie
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
czytanie (pl) < ρηματικό ουσιαστικό από το ρημα: czytać + -nie
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
czytanie (pl) ουδέτερο
czytanie (pl) < ρηματικό ουσιαστικό από το ρημα: czytać + -nie
czytanie (pl) ουδέτερο