cosmogonique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kɔs.mɔ.ɡɔ.nik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
cosmogonique | cosmogoniques |
cosmogonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
cosmogonique | cosmogoniques |
cosmogonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό