conservatisme
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- conservatisme < conservateur
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
conservatisme | conservatismes |
conservatisme (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
conservatisme | conservatismes |
conservatisme (fr) αρσενικό