concluant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | concluant | concluants |
θηλυκό | concluante | concluantes |
concluant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | concluant | concluants |
θηλυκό | concluante | concluantes |
concluant (fr)