Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

complexant (en)

Εκφράσεις επεξεργασία

  • complexant agent: συμπλεκτικός παράγοντας, παράγοντας συμπλοκοποίησης (σπανιότερα: παράγοντας σύμπλεξης)