cathédrale
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
cathédrale | cathédrales |
Ετυμολογία επεξεργασία
- cathédrale < λατινική cathedralis
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
cathédrale (fr)
ενικός | πληθυντικός |
cathédrale | cathédrales |
cathédrale (fr)