browser
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbɹaʊzə(ɹ)/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
browser (en)
- (πληροφορική) περιηγητής, συνήθως η χρήση του όρου υπονοεί τον web browser, αλλά μπορεί να είναι και file browser, hardware browser
Υπώνυμα επεξεργασία
πληροφορική:
Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία
πληροφορική:
- browser cookie
- Browser Object Model (BOM)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- browser στην αγγλική Βικιπαίδεια