Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

broussailles (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά επεξεργασία

débroussailleuse